Σάββατο 28 Ιουνίου 2014

Και με τη νύχτα θα επιστρέφει

Ονομάζεται και Βόρειος Σταυρός. 

Μια ιστορία…ένα παραμύθι για ό,τι χάθηκε…

Ο Αστερισμός του Κύκνου είναι ένας από τους ογδόντα οκτώ αστερισμούς του ουρανού και είναι ορατός τους καλοκαιρινούς μήνες στο Βόρειο ημισφαίριο. Το πιο λαμπρότερο άστρο του ονομάζεται Ντένεμπ και είναι το δέκατο όγδοο σε φωτεινότητα άστρο στον ουρανό, ενώ τα αμυδρότερα αστέρια του, σχηματίζουν τις απλωμένες του φτερούγες και το μακρόστενο λαιμό του.




Αν το καλοκαίρι υψώσουμε το βλέμμα μας στον νυχτερινό ουρανό, θ΄αντικρίσουμε χιλιάδες αστέρια να αχνοφέγγουν τρεμοπαίζοντας αδύναμα το λιγοστό τους φως.

Σαν μικρά μικρά διαμάντια, σαν μικρά μαργαριτάρια, φορεμένα στο λαιμό του ουρανού…

Ξημέρωνε… κι ένας λαμπρός ήλιος ξεπρόβαλε στον ορίζοντα βάφοντας μαβιά τα λιγοστά σύννεφα πάνω απ’ τη λιμνοθάλασσα…

Η άνοιξη συλλάβιζε ήδη τις πρώτες της λέξεις καλωσορίζοντας στην υδάτινη πολιτεία τους εποχικούς επισκέπτες.

Πελαργοί, αγριόχηνες, ερωδιοί έφταναν διαδοχικά στον προορισμό τους.

Τελευταίοι φάνηκαν οι κύκνοι…

Κατάλευκοι και αρχοντικοί, πλησίαζαν τη λιμνοθάλασσα επιστρατεύοντας τις τελευταίες δυνάμεις έπειτα από το μακρινό ταξίδι τους απ’ το Νότο.

Ο ήλιος μεσουρανούσε πια και χιλιάδες πουλιά πλημμύριζαν τον υγρότοπο με εικόνες, ήχους και χρώματα κυματίζοντας τις εκτάσεις του, την επιφάνειά του…

Μονάχα δύο κύκνοι αποτραβηγμένοι σε μιαν άκρη της λιμνοθάλασσας, χάραζαν τα νερά ανάμεσα απ’ τα παλιά ξύλινα ιβάρια, που ορθώνονταν σιωπηλά σαν αγάλματα στο νερό.

Δύο ερωτευμένοι κύκνοι.

Άλλοτε παραδομένοι στον απείθαρχο έρωτά τους, και άλλοτε πάλι με μια επείγουσα τρυφερότητα, έσμιγαν αδιάκοπα σε μια χορογραφία δίχως τέλος.
Λιποτάκτες που χάνονταν στον απροσμέτρητο ουρανό…στην αναπνοή του χρόνου…
Η νύχτα τους έβρισκε στα φεγγισμένα νερά, με το βλέμμα στραμμένο στ’ αστέρια, υφαίνοντας την ισόβια αγάπη τους με σιωπηρές υποσχέσεις στην αιωνιότητα.
Ανυπεράσπιστοι των επιθυμιών, έρμαιοι μιας εξημμένης φαντασίας, δεσμώτες και φύλακες του έρωτά τους, στροβιλίζονταν στο κουβάρι του χρόνου.
Κι εκείνο κυλούσε φέρνοντας το φθινόπωρο, που έπαιρνε αργά μα πρόθυμα τη θέση του εξαντλημένου καλοκαιριού, ενώ μικρές ριπές ανέμου όλο και πιο συχνά μαστίγωναν τον υγρότοπο, αποκαλύπτοντας ανάγλυφα σχέδια στην επιφάνεια του νερού.
Ύστερα ήρθαν οι πρώτες βροχές και οι πρώτοι ψυχροί άνεμοι που συμβούλευαν το ερωτευμένο ζευγάρι για ένα καινούργιο ταξίδι, για μια καινούργια φυγή προς το Νότο.
Μα κάποτε, η μοίρα με μια μονοκοντυλιά σκορπίζει τα πάντα αγάπες… έρωτες… κάνοντας το παντοτινό να μοιάζει εφήμερο, το αιώνιο προσωρινό… διαχωρίζοντας το εγκόσμιο απ’ το απόκοσμο με ένα λεπτό, λεπτότατο νήμα, ή μ’ έναν ήχο… έναν κρότο… και ύστερα παύση…
Την παύση διέκοψε η τρομαγμένη φωνή της καθώς έβγαινε λαβωμένη στην όχθη.
Ο ήλιος που έδυε και μια πληγή την έβαφαν κόκκινη…
Σκοτείνιαζε, κι εκείνος απελπισμένος πλάι της άκουγε τη φωνή και το αδύναμο χτυποκάρδι της που τρεμόσβηναν, κι όλο σκοτείνιαζε…
Η πρωινή καταχνιά τον βρήκε με το κεφάλι γερμένο στο άψυχο πλέον σώμα της…
Σηκώθηκε πλησιάζοντας τη λιμνοθάλασσα, το σιωπηλό βασίλειο του νερού τον συνέθλιβε.
Πόσα του χάρισε… πόσα του στέρησε…
Ένας γκρίζος ουρανός απειλούσε και υπενθύμιζε τυραννικά στους τελευταίους κατοίκους του υγρότοπου, πως έπρεπε να βιαστούν για το ταξίδι του γυρισμού.
Όλοι είχαν εγκαταλείψει τη λιμνοθάλασσα και οι μόνοι που απέμεναν ήταν οι κύκνοι, που τώρα υψώνονταν βιαστικά και πετούσαν αφήνοντας πίσω τους ένα ερημωμένο τοπίο.
Κι εκείνος;
Εκείνος δίπλα της, μια να κοιτάει ανήσυχος τους συντρόφους του που απομακρύνονταν και μια εκείνη…
Σφάλισε τα μάτια του…
Η δύναμη του ενστίκτου τον καθόριζε του έδειχνε τον προορισμό του…
Άνοιξε τα μάτια του κι έπειτα άπλωσε τα φτερά του…
Δεν ακολούθησε τα σμήνη που κατευθύνονταν προς το Νότο παρά μονάχα μια ανοδική, σχεδόν κατακόρυφη πτήση προς τ’ αστέρια που τους συντρόφευαν τις νύχτες. 
Μια απελπισμένη διαφυγή στον ουρανό, ώσπου χάθηκε στην μεγάλη αγκαλιά της απεραντοσύνης του…
Αν το καλοκαίρι υψώσουμε το βλέμμα μας στο νυχτερινό ουρανό θ΄αντικρίσουμε χιλιάδες αστέρια να αχνοφέγγουν τρεμοπαίζοντας αδύναμα το λιγοστό τους φως.
Κάπου εκεί κρυμμένη υπάρχει και μια μικρή ομάδα αστεριών.
Είναι ο αστερισμός του Κύκνου, που με το φως του επιστρέφει και θυμίζει ότι η αγάπη και ο έρωτας, όσο προσωρινά και εφήμερα μοιάζουν κάποιες φορές, τόσο παντοτινά και αιώνια είναι…



πηγή: Αντώνης Δημητρακόπουλος