Τετάρτη 16 Ιανουαρίου 2013

Τραπεζούντα

Άποψη των τειχών της Τραπεζούντας.
Bryer, A., Winfield, R., The Byzantine Monuments and Topography of the Pontos, 2, plates, Dumbarton Oaks Studies 20; Dumbarton Oaks Research Library and Collection, Trustees for Harvard University, Washington D.C., σ. 143.
©Ministry of Culture Directorate General of Monuments and Museums, Ankara

Η Τραπεζούντα (τουρκικά Trabzon) είναι πόλη της Μικράς Ασίας (Πόντος) στις ακτές του Ευξείνου Πόντου, στη σημερινή Τουρκία. Παλιά ελληνική αποικία κατά την Αρχαιότητα, πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας των Μεγάλων Κομνηνών, μεγάλο αστικό και πολιτιστικό κέντρο των Ελλήνων Ποντίων μέχρι το 1922 και την Μικρασιατική Καταστροφή. Ίσως αποικία της να ήταν και η Τραπεζούς στον Περσικό κόλπο.



H Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας ήταν ένα από τα ανεξαρτητα κρατίδια που προέκυψαν μετά την προσωρινή διάλυση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας από την Τέταρτη Σταυροφορία το 1204. Μπορεί να ειπωθεί ότι ήταν η διάδοχη κατάσταση της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας μετά την κατάλυση από τους Σταυροφόρους.
Ιδρύθηκε από τους αδελφούς Αλέξιο και Δαβίδ Κομνηνούς, εγγονούς του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Α' Κομνηνού, με τη βοήθεια της θείας τους, της βασίλισσας Θάμαρ της Γεωργίας. Πρωτεύουσά της ήταν η Τραπεζούντα και σύμβολό της, σημαία της, ο αετός των αρχαίων Σινωπέων, με την διαφορά ότι ενώ ο αετός των αρχαίων Σινωπέων έβλεπε προς την Ανατολή, ο αετός της Αυτοκρατορίας του Πόντου έβλεπε προς τη Δύση, σαφής ένδειξη των προθέσεων της νέας Αυτοκρατορίας. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι ο αετός των Σινωπέων, ήταν ο αετός των αρχαίων Μιλησίων. Η Αρχαία Μίλητος ήταν ο αρχικός τόπος των αποικιστών του Πόντου και συγκεκριμένα της Σινώπης, της Τραπεζούντας κ.ά.

Στην αρχή της ύπαρξής της έγινε προσπάθεια για την ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης, αλλά όταν αυτό αποδείχθηκε ότι ήταν αδύνατο, οι ηγεμόνες της περιόρισαν τις φιλοδοξίες τους στην περιοχή του Πόντου. Για αρκετά χρόνια ήταν υποτελής είτε στους Σελτζούκους του Ικονίου, είτε στους Ιλχανίδες Μογγόλους της Περσίας. Ήταν το τελευταίο ανεξάρτητο ελληνικό κράτος που καταλύθηκε από τους Οθωμανούς Τούρκους. Με την πτώση της Τραπεζούντας καταλύθηκε και το τελευταίο απομεινάρι της άλλοτε κραταιάς Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.[1], το 1461.
Μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους το 1204, η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας ήταν ένα από τα τρία ελληνικά κράτη που δημιουργήθηκαν μετά τις ανακατατάξεις που ακολούθησαν, μαζί με την Αυτοκρατορία της Νίκαιας και το Δεσποτάτο της Ηπείρου. Ο Αλέξιος Κομνηνός, ο εγγονός του Βυζαντινού Αυτοκράτορα Ανδρόνικου Α’ Κομνηνού και γιος της Γεωργιανής Ρουσουδάν, κόρη του Γεώργιου Γ’ της Γεωργίας, έκανε την Τραπεζούντα πρωτεύουσα του βασιλείου του και ανακήρυξε τον εαυτό του Αυτοκράτορα και νόμιμο διάδοχο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Η ίδρυση της Αυτοκρατορίας των Μεγάλων Κομνηνών έχει συνδεθεί εσφαλμένα με την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Λατίνους το 1204. Θεωρείται δηλαδή ότι ανήκει σε ένα από εκείνα τα κράτη που συγκροτήθηκαν στις αρχές του 13ου αιώνα, με στόχο να προετοιμάσουν και να επιχειρήσουν την ανακατάληψη της βυζαντινής πρωτεύουσας. Ωστόσο, η ιστορία της περιοχής αλλά και τα ίδια τα γεγονότα που οδήγησαν στην ίδρυση αυτής της μικρασιατικής αυτοκρατορίας αποκαλύπτουν ότι οι ρίζες του κράτους της Τραπεζούντας είναι βαθύτερες και ο ρόλος του πολύπλευρος.
Ο γεωγραφικός χώρος στον οποίο ιδρύθηκε η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας ήταν πάντοτε απομακρυσμένος από το βυζαντινό κέντρο. Σε διάφορες εποχές ο ντόπιος πληθυσμός είχε εκδηλώσει την επιθυμία του να αποσπαστεί από την κεντρική εξουσία. Μόνο κατά το 12ο αιώνα, όταν στον κωνσταντινουπολίτικο θρόνο ανέβηκαν οι Κομνηνοί, οι σχέσεις με την πρωτεύουσα έγιναν στενότερες, ώσπου στα τέλη περίπου του ίδιου αιώνα βίαια γεγονότα συγκλόνισαν τη βυζαντινή αυτοκρατορική αυλή: ο αυτοκράτορας Ανδρόνικος Α΄ Κομνηνός εκθρονίστηκε και θανατώθηκε, οπότε τα δύο εγγόνια του, Αλέξιος και Δαβίδ, βρήκαν καταφύγιο κοντά στη θεία τους, τη Γεωργιανή βασίλισσα Θάμαρ. Όταν λοιπόν οι εγγονοί του τελευταίου Κομνηνού κατόρθωσαν να καταλάβουν την περιοχή της Τραπεζούντας το 1204 ίδρυσαν ανεξάρτητο κράτος. Στη δυναστεία τους έδωσαν, όχι τυχαία, την επωνυμία "Μεγάλοι Κομνηνοί"· ήταν ακριβώς η παράδοση των Κομνηνών της Κωνσταντινούπολης που ήθελαν να συνεχίσουν.
H οικογένεια των Γαβράδων διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στον Πόντο κατά τον 11ο και 12ο αιώνα. Στην εικόνα, χάλκινο νόμισμα που χρονολογείται στην εποχή του Θεοδώρου Γαβρά.
Kορομηλά, M., Oι Έλληνες στη Mαύρη Θάλασσα: από την εποχή του Xαλκού ως τις αρχές του 20ού αιώνα, Έκδοση της Πολιτιστικής

Την ίδια χρονιά, αλλά λίγο αργότερα, η Κωνσταντινούπολη έπεσε στα χέρια των Λατίνων και στη Μικρά Ασία οι Λασκαρίδες ίδρυσαν το κράτος της Νίκαιας. Η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας προϋπήρχε δηλαδή σε σχέση με την άλωση της Πόλης, ως απόρροια -όπως φάνηκε- μιας άλλης, παράλληλης ιστορικής εξέλιξης. Με την πάροδο του χρόνου οι Μεγάλοι Κομνηνοί, αν και συνεχιστές της βυζαντινής παράδοσης, παραιτήθηκαν από τη διεκδίκηση του κωνσταντινουπολίτικου θρόνου. Και ενώ η Νίκαια επωμίστηκε μόνη το ρόλο του συνεχιστή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, η Τραπεζούντα μετατράπηκε σε ένα αυτόνομο μικρασιατικό κράτος του ποντιακού ελληνισμού και, ανεξάρτητα από την Κωνσταντινούπολη, συνέχισε την πορεία της μέσα στο χρόνο. Στη διάρκεια της ύπαρξης του νέου κράτους όμως δεν αρνήθηκε την αποδοχή και αφομοίωση ποικίλων πολιτιστικών στοιχείων: Γεωργιανοί, Τουρκομάνοι, Λαζοί, αλλά και άλλοι λαοί ή πληθυσμιακές ομάδες που σε διάφορες εποχές ήρθαν σε επαφή με την Αυτοκρατορία των Μεγάλων Κομνηνών άφησαν με κάποιο τρόπο τα ίχνη τους στην οργάνωσή του αλλά και στην καθημερινή ζωή.
Το 1214 η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας καταλάμβανε το χώρο ανατολικά της Σινώπης μέχρι τη μυθική Κολχίδα. Μεγάλα κέντρα της ήταν οι ήδη από την Αρχαιότητα γνωστές πόλεις Οίναιον/Οινόη, Λίμνια, Κερασούς, Τρίπολις, Ρίζαιον και προφανώς η ίδια η Τραπεζούντα. Η αυτοκρατορία φαίνεται ότι δεν επεκτάθηκε πολύ βαθιά στην ενδοχώρα του Εύξεινου Πόντου, πέρα από τις Ποντικές Άλπεις, αν και κατά καιρούς είχαν περιέλθει στην εξουσία της και κάποιες πόλεις του εσωτερικού του Πόντου. Αντίθετα, ανήκαν στην επικράτειά της ορισμένα τμήματα του παλαιού θέματος Χερσώνος στην περιοχή της Κριμαίας.
Οι Μεγάλοι Κομνηνοί από την αρχή οργάνωσαν το κράτος τους ακολουθώντας τα πρότυπα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας των Κομνηνών του 11ου και του 12ου αιώνα. Ήδη η επωνυμία της ποντιακής δυναστείας "Μεγάλοι Κομνηνοί" φανέρωνε τις προθέσεις τους. Οι αυτοκράτορες χρησιμοποίησαν στην αρχή τον επίσημο βυζαντινό αυτοκρατορικό τίτλο· ο ιδρυτής του κράτους, ο Αλέξιος Α΄, ονομάστηκε "πιστός βασιλεύς και αυτοκράτωρ Ρωμαίων", καθώς η Κωνσταντινούπολη είχε από το 1204 πέσει στα χέρια των Λατίνων.
Μετά όμως το 1261, οπότε οι Παλαιολόγοι επανήλθαν στην Κωνσταντινούπολη, οι Μεγαλοκομνηνοί αναγκάστηκαν να αλλάξουν τον τίτλο τους. Ο αυτοκράτορας της Τραπεζούντας έγινε πια ο "πιστός βασιλεύς και αυτοκράτωρ πάσης Ανατολής, Ιβήρων και Περατείας"· "πάσης Ανατολής", για να υπογραμμίζεται η βυζαντινή μικρασιατική κληρονομιά της Τραπεζούντας· "Ιβήρων", για να υπενθυμίζεται η συγγένεια και η πατροπαράδοτη φιλία των δύο δυναστικών οίκων, της Γεωργίας και της Τραπεζούντας, αλλά και το γεγονός ότι κάποτε έλεγχαν ένα μέρος της Ιβηρίας· "Περατείας", τέλος, για να μνημονεύεται η κυριαρχία στη χερσόνησο της Κριμαίας, στις απέναντι από την Τραπεζούντα ακτές.
Πολλά αξιώματα και τίτλοι της αυλής και του στρατού της Τραπεζούντας πηγάζουν από τα αντίστοιχα βυζαντινά, ενώ άλλα δημιουργήθηκαν ειδικά για την Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας. Στον τομέα της περιφερειακής διοίκησης συνεχίστηκε, σε γενικές γραμμές, η διοικητική οργάνωση της εποχής των Κομνηνών, αν και σε κάποια θέματα διακρίνεται έντονη η επίδραση της Ιβηρίας, χώρας με έντονο φεουδαρχικό προσανατολισμό. Η επικράτεια χωριζόταν σε βάνδα. Με βεβαιότητα γνωρίζουμε την ύπαρξη των βάνδων της Γημωράς, της Παλαιοματζούκας, της Ματζούκας (Ματζουκάων), της Τρικωμίας, της Χώρας, της Σουσούρμαινας (των Σουρμένων), ενώ ιδιαίτερο βάνδο θα πρέπει να αποτελούσε η πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας, η Τραπεζούντα. Επικεφαλής του βάνδου ήταν ο δούκας, ο οποίος συγκέντρωνε την πολιτική και στρατιωτική εξουσία, ενώ παράλληλα κατηύθυνε τους οικονομικούς υπαλλήλους και έλεγχε τους δικαστές. Το έργο του υποβοηθούνταν από επιμέρους αξιωματούχους των διάφορων κλάδων. Ιδιάζοντα διοικητικά καθεστώτα εμφανίστηκαν σε κάποιες περιοχές της αυτοκρατορίας, όπως τα Λίμνια ή η Κερασούς, ενώ ιδιαίτερο καθεστώς θα πρέπει να είχαν οι κωμοπόλεις ή πόλεις που αναφέρονται ως "κάστρα", όπως ο Κεγχρινάς, η Κορδύλη και η Γόλαχα.
Αξιοσημείωτη περίπτωση για την Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας αποτελούσαν οι τοπικοί παράγοντες, γνωστοί ως "συμβιβαστές ή γέροντες", οι οποίοι έπαιζαν σπουδαίο ρόλο σε θέματα απονομής δικαιοσύνης και έχαιραν μεγάλης εκτίμησης και σεβασμού από το σύνολο του λαού. Οι πηγές είναι ιδιαίτερα εύγλωττες ως προς αυτό: τους χαρακτηρίζουν "αξιότιμους", "ειρηνοποιούς" και "βασιλικούς".
Ο Αυτοκράτορας Ανδρόνικος Α’ εκδιώχτηκε, ύστερα από στάση, από τον βυζαντινό θρόνο και δολοφονήθηκε βάναυσα το 1185. Ο γιος του Μανουήλ τυφλώθηκε εκείνο το διάστημα και ίσως να υπέκυψε στους τραυματισμούς του. Σύμφωνα με τις πηγές, η Ρουσουδάν, η σύζυγος του Μανουήλ και μητέρα του Αλέξιου και του Δαυίδ, εγκατέλειψε εσπευσμένα την Κωνσταντινούπολη με τα παιδιά της, ώστε να αποφύγει τις διώξεις από τον ανερχόμενο Αυτοκράτορα Ισαάκ Β’ Άγγελο. Δε είναι σαφές αν η Ρουσουδάν κατέφυγε στην Γεωργία ή στις νότιες ακτές του Εύξεινου Πόντου όπου και κατάγονταν η οικογένεια των Κομνηνών. Υπάρχουν πάντως ενδείξεις ότι οι Κομνηνοί είχαν δημιουργήσει ημι-ανεξάρτητο κράτος σε αυτή την περιοχή, με έδρα την Τραπεζούντα πριν από το 1204.

Κάθε άρχοντας της Τραπεζούντας αυτοαποκαλούνταν: Μέγας Κομνηνός (ή Μεγαλοκομνηνός σύμφωνα και με την ποντιακή παράδοση) και αρχικά διεκδικούσε τον τίτλο «Αυτοκράτωρ Ρωμαίων». Μετά, όμως, το 1282, ο επίσημος τίτλος του άρχοντα της Τραπεζούντας άλλαξε σε: «Αυτοκράτωρ πάσης Ανατολής, Ιβηρίας και Περατείας», τίτλος που διατηρήθηκε ως το 1461. Η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας ονομάζονταν και κράτος των Κομνηνών, λόγω της άρχουσας δυναστείας.
Η δυναστεία των Μεγάλων Κομνηνών, ο αυτοκρατορικός οίκος που για δυόμισι αιώνες κυριάρχησε στη διοικητική και κοινωνική ιεραρχία του κράτους της Τραπεζούντας, αριθμεί δεκάδες μέλη, από τα οποία είκοσι περίπου ανέβηκαν στο θρόνο. Καθένας από τους ηγεμόνες άφησε, περισσότερο ή λιγότερο, τη σφραγίδα του στην ταυτότητα της αυτοκρατορίας. Ο Βησσαρίων, σχολιάζοντας την καταγωγή, τις ικανότητες και το μεγαλείο των αυτοκρατόρων της Τραπεζούντας, τους χαρακτηρίζει "άξιους του ονόματος της βασιλείας", ενώ το Χρονικό του Μιχαήλ Παναρέτου κατέγραψε τα σημαντικότερα γεγονότα της βασιλείας τους.
Τον 13ο αιώνα η Τραπεζούντα ήλεγχε την Περάτεια, δηλαδή τις απέναντι ακτές της Χερσώνας στην Κριμαϊκή χερσόνησο (αρχαία Ταυρική). Ο Δαυίδ Κομνηνός, ο νεώτερος γιος του Αλέξιου, επεκτάθηκε γρήγορα προς τα δυτικά, καταλαμβάνοντας την Σινώπη, την Ηράκλεια (Ποντοηράκλεια), μέχρι που απέκτησε κοινά σύνορα με την Αυτοκρατορία της Νίκαιας του Θεόδωρου Α' Λάσκαρη. Αυτά τα εδάφη δεν διατηρήθηκαν, καθώς την Σινώπη την κατέλαβε η Νίκαια το 1206 και τελικά έπεσε στα χέρια των Σελτζούκων το 1214.

Η Τραπεζούντα βρίσκονταν σε συνεχή πόλεμο με τους Σελτζούκους του Ικονίου και αργότερα με τους Οθωμανούς Τούρκους, όπως και με τους Βυζαντινούς και τα ιταλικά κρατίδια, ιδιαίτερα τους Γενουάτες. Ήταν στην ουσία μια Αυτοκρατορία κατ’ όνομα, επιβιώνοντας συνάπτοντας στρατηγικές συμμαχίες και γάμους σκοπιμοτήτων με άρχοντες γειτονικών κρατών.
Η καταστροφή της Βαγδάτης από τους Μογγόλους το 1258, κατέστησε την Τραπεζούντα το δυτικό τέρμα του δρόμου του μεταξιού. Κάτω από την προστασία των Μογγόλων η πόλη απέκτησε σημαντικά πλούτη, λόγω του εμπορίου μεταξιού. Εκείνη την εποχή, ο Μάρκο Πόλο, επέστρεψε στην Ευρώπη δια μέσου της Τραπεζούντας το 1295. Επί του Αυτοκράτορα Τραπεζούντας Αλέξιου Γ’ (1349-1390) η πόλη ήταν ένα από τα κύρια εμπορικά κέντρα του τότε κόσμου και ήταν ξακουστή για τον σημαντικό πλούτο και τις τέχνες τις.

Η μικρή σε έκταση Αυτοκρατορία, αρχικά προσάρτησε αρκετά εδάφη, επί Αλέξιου Α’ (1204-1222) και ιδιαίτερα επί του αδελφού του Δαυίδ που πέθανε στο πεδίο της μάχης το 1214.  Ο Αλέξιος Α΄ Μεγάλος Κομνηνός, που σε ηλικία 22 μόλις χρόνων ανέλαβε τα ηνία της νέας αυτοκρατορίας, αναγκάστηκε να δεχτεί τη φορολογική υποτέλειά της στους Τούρκους, η οποία διατηρήθηκε για 20 περίπου χρόνια, μέχρι που ο Ανδρόνικος Α΄ Γίδων βρέθηκε αντιμέτωπος -για μια ακόμη φορά στην ιστορία της πόλης- με επίθεση των Σελτζούκων. Η αγωνιώδης προσπάθεια για τη σωτηρία της Τραπεζούντας έχει αποτυπωθεί σε διηγήσεις της εποχής και συνδέεται με τη θαυματουργή επέμβαση του αγίου Ευγενίου, αλλά και με το σπουδαίο καθίδρυμα της Παναγίας Χρυσοκεφάλου.
Ο δευτερότοκος γιος του Αλέξιου, Μανουήλ Α’ (1238-1263) εξασφάλισε την εσωτερική συνοχή του κράτους και απέκτησε το κύρος του αξιόλογου στρατιωτικού διοικητή, παρόλο που η Αυτοκρατορία του έχασε εδάφη από τους Τουρκομάνους και αναγκάστηκε να μείνει για ένα διάστημα φόρου υποτελείς στους Σελτζούκους του Ικονίου και αμέσως μετά στους Μογγόλους της Περσίας. Ο "στρατηγικώτατος" και "ευτυχέστατος" Μανουήλ οδήγησε το κράτος σε ευημερία. Δεν είναι τυχαίο μάλιστα ότι ο εν λόγω αυτοκράτορας χορήγησε την ανέγερση και διακόσμηση του ναού της Αγίας Σοφίας, ενός καθιδρύματος λαμπρού από κάθε άποψη.

Ταραχώδης ήταν η βασιλεία του Ιωάννη Β’ (1280-1297), όπου πραγματοποιήθηκε η συμφιλίωση με το Βυζάντιο και η άρση των βλέψεων επί της Κωνσταντινούπολης. Οι σχέσεις Κωνσταντινούπολης και Τραπεζούντας εισήλθαν σε μια κρίσιμη φάση. Ο αυτοκράτορας της Κωνσταντινούπολης Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγος, προσφέροντας την κόρη του Ευδοκία ως σύζυγο στον Τραπεζούντιο ηγεμόνα, πέτυχε να τον πείσει να εγκαταλείψει τον τίτλο του αυτοκράτορα Ρωμαίων. Στην Τραπεζούντα ξέσπασαν αντιδράσεις και ξεκίνησε μια μακρά περίοδος εσωτερικής αναταραχής και διαμάχης.
Νόμισμα του αυτοκράτορα της Tραπεζούντας Αλεξίου B΄ (1297-1330), που εικονίζει τον άγιο Ευγένιο.
Αθήνα, Νομισματικό Μουσείο. ΥΠ.ΠΟ/ΤΑΠ.
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. Θ΄, Εκδοτική Αθηνών Α.Ε., Αθήνα

Η Τραπεζούντα στα χρόνια του Αλέξιου Β’ (1297-1330) έφτασε στο απόγειο της ακμής, του πλούτου και της επιρροής της. Η βασιλεία του συνδέεται με σημαντικά βήματα στις σχέσεις της αυτοκρατορίας με τους Γενουάτες και τους Βενετούς. Και ενώ από τη μια πλευρά οι Ιταλοί αποκτούσαν σημαντικά προνόμια, ο Αλέξιος ενίσχυε από την άλλη τα τείχη της Τραπεζούντας, επεκτείνοντάς τα ως τη θάλασσα και ιδρύοντας το σώμα των "νυκτοταλαλίων", δηλαδή των νυχτοφυλάκων. Ο Αλέξιος κρίθηκε από τους συγχρόνους του σημαντικός αυτοκράτορας και στη λαϊκή φαντασία πήρε μυθικές διαστάσεις: έγινε ο ήρωας που σκότωσε το δράκοντα που μάστιζε την περιοχή του Αχάντακα, στον Άγιο Κήρυκο.
 Όμως στα πρώτα χρόνια της βασιλείας του Αλέξιου Γ’ ως το 1355, σημειώθηκαν πολλές εσωτερικές ταραχές, με δολοφονίες αριστοκρατών και εσωτερικές έριδες. Στα χρόνια της βασιλείας του η Τραπεζούντα ανάγεται σε σπουδαίο κέντρο εμπορίου, επιστημών, γραμμάτων και τεχνών. Ταυτόχρονα η παρουσία Βενετών, Γενουατών, Γεωργιανών και Τουρκομάνων γίνεται όλο και πιο έντονη. Δεν είναι τυχαίο που ο Αλέξιος έχει συνδέσει το όνομά του με τρία μεγάλα θρησκευτικά καθιδρύματα της πόλης: θεωρείται ο ανακαινιστής του Αγίου Ευγενίου, η προσωπογραφία του κοσμούσε την Παναγία Θεοσκέπαστο και ο τάφος του βρίσκεται στην Παναγία Χρυσοκέφαλο. Ο Αλέξιος Γ΄ υπήρξε εξάλλου ο κτήτορας της αγιορείτικης μονής Διονυσίου, γεγονός ενδεικτικό της εμβέλειας και της οικονομικής ισχύος του ιδίου και της αυτοκρατορίας.
Ο Μανουήλ Γ’ (1390-1417), διαδέχτηκε τον Αλέξιο Γ’ και συμμάχησε με τον Ταμερλάνο, ο οποίος συνέτριψε τους Οθωμανούς στην Μάχη της Άγκυρας το 1402.Ο γιος του Αλέξιος Δ’ (1417-1429) πάντρεψε δύο από τις κόρες του με ηγεμόνες γειτονικών τουρκικών φυλών (Μαυροπροβατάδων και Ασπροπροβατάδων), ενώ η μεγαλύτερη κόρη του παντρεύτηκε τον Βυζαντινό Αυτοκράτορα Ιωάννη H' Παλαιολόγο. Ένας Ισπανός ταξιδιώτης της εποχής (ο Πέτρος Ταφούρ)που επισκέφτηκε την Τραπεζούντα το 1437 ανέφερε ότι η άμυνα της πόλης αποτελείται από λιγότερο από 4.000 στρατιώτες.
Ο Ιωάννης Δ’ (1429-1459) δεν είχε την δυνατότητα να ενισχύσει την άμυνα της Κωνσταντινούπολης και να αποτρέψει την Άλωσή της το 1453. Ο Οθωμανός Σουλτάνος Μουράτ Β΄, προσπάθησε να καταλάβει την Τραπεζούντα από θαλάσσης το 1442, όμως η τρικυμία που επικρατούσε καθιστούσε αδύνατη οποιαδήποτε αποβατική ενέργεια. Ο επόμενος Σουλτάνος, ο Μωάμεθ Β', ήταν απασχολημένος με τις εκστρατείες του στην Ευρώπη, όμως εν τω μεταξύ ο Οθωμανός διοικητής της Αμάσειας επιτέθηκε στην Τραπεζούντα. Η επίθεση αυτή αποκρούστηκε, όμως πολλοί κάτοικοι αιχμαλωτίστηκαν και το ποσό των λύτρων για την απελευθέρωση τους ήταν υπέρογκο.
Ο Ιωάννης Δ’, φρόντισε να θωρακίσει την Τραπεζούντα συνάπτοντας συμμαχίες. Πάντρεψε την κόρη του με τον Τούρκο ηγεμόνα της φυλής των Ασπροπροβατάδων, ως αντάλλαγμα για μελλοντική στρατιωτική βοήθεια. Επίσης, σύναψε συμφωνίες και με τα τουρκικά κρατίδια της Σινώπης και της Καραμανίας και με το βασίλειο της Γεωργίας.
Όμως μετά τον θάνατο του Ιωάννη το 1459, ο διάδοχος και αδελφός του Δαυίδ δεν έκανε σωστή χρήση των υφιστάμενων συμμαχιών. Μάλιστα προσέγγισε διάφορες Ευρωπαϊκές χώρες για βοήθεια κατά των Οθωμανών, κάνοντας λόγο για υπερβολικά φιλόδοξα σχέδια, ακόμη και για κατάκτηση των Ιεροσολύμων. Ο Μωάμεθ Β’ αντιλήφθηκε αυτές τις κινήσεις και ξεκίνησε εκστρατεία για να υποτάξει τα κράτη της περιοχής. Το καλοκαίρι του 1461, με αρκετό στρατό ξεκίνησε από την Προύσα. Αρχικά κινήθηκε προς την Σινώπη, της οποίας ο Τούρκος Εμίρης την παρέδωσε και εν συνεχεία κινήθηκε προς την Αρμενία καθυποτάσσοντας όλα τα τούρκικα κρατίδια της περιοχής και κυκλώνοντας έτσι την Τραπεζούντα.
Οι δύο τελευταίες δεκαετίες της αυτοκρατορίας της σημαδεύτηκαν από τη δραματική προσπάθεια αντίστασης στους Τουρκομάνους και στους Οθωμανούς. Το καλοκαίρι του 1461 ο Μωάμεθ Β΄, που οκτώ χρόνια πριν είχε καταλάβει την Κωνσταντινούπολη, έφτασε προ των πυλών. Η πόλη παραδόθηκε στο θριαμβευτή σουλτάνο. Η συμβολή μιας μερίδας της αριστοκρατίας που ήταν πρόθυμη να δεχτεί την τουρκική κυριαρχία στάθηκε καθοριστική γι' αυτή την εξέλιξη. Ο τελευταίος αυτοκράτορας της Τραπεζούντας Δαβίδ Β΄ Μεγάλος Κομνηνός οδηγήθηκε και εγκαταστάθηκε μαζί με την οικογένειά του στην περιοχή του Στρυμόνα. Δύο χρόνια αργότερα, ο Δαβίδ, οι επτά από τους οκτώ γιους του και ο ανιψιός του εκτελέστηκαν στην Κωνσταντινούπολη με την κατηγορία της συνωμοσίας εναντίον του σουλτάνου.
Με την πτώση της Τραπεζούντας, το τελευταίο κατάλοιπο της Ρωμαϊκής (που μετέπειτα ονομάστηκε Βυζαντινή από τους ιστορικούς) Αυτοκρατορίας (Ρωμανίας), έπαψε να υφίσταται.


Αυτοκράτορες

Οι Αυτοκράτορες της Τραπεζούντας αρχικά έφεραν τον τίτλο «Αυτοκράτωρ Ρωμαίων». Ο τίτλος αυτός εξ ορισμού ενείχε βλέψεις για την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης. Από τις αρχές του 14ου αιώνα, για να μην υπάρχει ρήξη με την ανασυσταθείσα Βυζαντινή Αυτοκρατορία των Παλαιολόγων, υιοθετήθηκε ο τίτλος: «Αυτοκράτορες πάσης Ανατολής, Ιβηρίας και Περατείας». Η ηγέτες της Αυτοκρατορίας, διαδοχικά ήταν οι εξής:
1204-1222 Αλέξιος Α' Μέγας Κομνηνός
1222-1235 Ανδρόνικος Α' ο Γίδων
1235-1238 Ιωάννης Α' Μέγας Κομνηνός ο αξούχος
1238-1263 Μανουήλ Α' Μέγας Κομνηνός
1263-1266 Ανδρόνικος Β' Μέγας Κομνηνός
1266-1280 Γεώργιος Α' Μέγας Κομνηνός
1280-1297 Ιωάννης Β' Μέγας Κομνηνός
1297-1330 Αλέξιος Β' Μέγας Κομνηνός
1330-1332 Ανδρόνικος Γ' Μέγας Κομνηνός
1332-1332 Μανουήλ Β' Μέγας Κομνηνός
1332-1340 Βασίλειος Α' Μέγας Κομνηνός
1340-1341 Ειρήνη Παλαιολογίνα
1341-1342 Άννα Μεγάλη Κομνηνή
1342-1344 Ιωάννης Γ' Μέγας Κομνηνός
1344-1349 Μιχαήλ Α' Μέγας Κομνηνός
1349-1390 Αλέξιος Γ' Μέγας Κομνηνός
1390-1417 Μανουήλ Γ' Μέγας Κομνηνός
1417-1446 Αλέξιος Δ' Μέγας Κομνηνός
1446-1458 Ιωάννης Δ' Μέγας Κομνηνός ο Καλοιωάννης
1458-1461 Δαυίδ Μέγας Κομνηνός
Αξιομνημόνευτοι Τραπεζούντιοι της εποχής
Βασίλειος Βησσαρίων
Γεώργιος εκ Τραπεζούντος
Μιχαήλ Πανάρετος
Γεώργιος Αμοιρούτζης
Γρηγόριος Χωνιάδης
Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννης Η΄ Ξιφιλίνος


1. Charles Diehl, Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας: Μεγαλείο και Παρακμή, εκδόσεις Ηλιάδη, τόμος Α, σελ.104 ISBN 960-87191-1-9

http://el.wikipedia.org/wiki/
 http://apogonoimikrasiaton.blogspot.gr/
http://www.dreampontos.com/forum/index.php?topic=43.5

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου