Κυριακή 8 Απριλίου 2012

15. Στο γυμνάσιο ξανά...

     Έτσι νοίκιασε ο πατέρας ένα σπίτι άλλου οδοκαθαριστού που βρισκόταν κοντά στο πάρκο της πόλης και τη Μητρόπολη. Αυτή τη φορά ήρθε να μείνει μαζί μας και η μητέρα μου, τη θέση δε του Χρήστου κατέλαβε ο συνομήλικός μου Ματθαίος από το χωριό «Καρατζάτερε», αργότερα «Βάλτοι», ύστερα «Καμπάνη» και σήμερα «Δήμος Γαλλικού», συγγενής της παντρεμένης εκεί αδελφής μου Μαρίκας από την πλευρά του συζύγου της. Το δωμάτιό μας ήταν πάλι χωμάτινο και για ύπνο έστρωνε η μητέρα κουρελούδες και κοιμόμασταν στη σειρά σκεπασμένοι με τα «γιοργάνια» (παπλώματα). Στη μια άκρη ο Ματθαίος, δίπλα του εγώ κι' ανάμεσα σε μένα και την αδελφή μου Νίκη η μητέρα μας. Σαν έρχονταν η ώρα του ύπνου, ένας-ένας λέγαμε όρθιοι και στραμμένοι στην ανατολή το «Πάτερ ημών...». Τελευταία ξάπλωνε η μητέρα αφού έπλενε τα πιάτα, συγύριζε το δωμάτιο και για κάμποση ώρα έπλεκε μάλλινες κάλτσες ή «τερλίκια»(1), ή μάλλινα γάντια για μας.