Πέμπτη 29 Μαρτίου 2012

9. καθημερινότητα...

    Οι πρόσφυγες της πρώτης γενιάς του χωριού μας δεν συνήθιζαν να μιλούν στο οικογενειακό τους περιβάλλον για τα βάσανά τους κατά τους τουρκικούς κατατρεγμούς και τις εξορίες και πορείες των εν μέσω χειμώνος. Ίσως ήθελαν να ξεχάσουν  ή τα προβλήματα και οι έννοιες για επιβίωση στην καινούργια τους πατρίδα δεν τους άφηναν περιθώρια. Αν οι γηγενείς Έλληνες, δάσκαλοι, καθηγητές και λοιποί γραμματιζούμενοι κατέγραφαν τότε τις αναμνήσεις των, όπως ο αείμνηστος Ψαθάς με το βιβλίο του «Γη του Πόντου», θα ξέραμε σήμερα τον τρόπο συμβιώσεως Ελλήνων και Τούρκων στη Μ.Ασία. Τα κυκλοφορήσαντα και κυκλοφορούντα σχετικά βιβλία αναφέρονται κυρίως στον πολιτισμό που ανέπτυξαν οι Έλληνες κατά καιρούς στη Μ.Ασία και στα δεινά του ξεριζωμού τους. Ενώ από τις αναμνήσεις των γεγονότων της καθημερινής των ζωής θα προέκυπταν και ψήγματα έστω καλής συμπεριφοράς των Τούρκων έναντι των γειτόνων των Ελλήνων, όπως από τα θολά νερά των ποταμών, τη λάσπη, τα χώματα και τα συντρίμματα των ορυχείων ξεδιαλύνεται ο χρυσός. Πάντως όταν βρίσκονταν μεταξύ των τους ξέφευγε και καμιά ιστοριούλα. Θυμάμαι δυο τέτοιες που άκουσα από τον πατέρα μου.

10. παιδικές σκανταλιές..

    Ένα από τα ποντιακά φαγητά που τρώγαμε ήταν ο «σουρβάς». Έστρωσε το βράδυ η μάνα μου το στρογγυλό μας τραπέζι, το «σοφρά» και καθίσαμε γύρω σ' αυτό για να φάμε. Ο διάβολος ξύπνησε μέσα μου και είπα στη μάνα μου να διαχωρίσει από τον «σουρβά» το γιαούρτι. Στη δήλωση της μητέρας ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει και στα παρακάλια της «φα πουλόπομ, φα»(1) εγώ επέμενα στο αίτημά μου, οπότε ο πατέρας που ήταν δίπλα μου μ' άστραψε ένα γερό μπάτσο και κλαίγοντας σηκώθηκα από το τραπέζι, για να τον «τιμωρήσω» δε, κατέβηκα τρέχοντας τα σκαλιά, μπήκα στο στάβλο και κοιμήθηκα στο παχνί με τη ζεστασιά των χνώτων από τις αγελάδες. Από τότε και μέχρι σήμερα δεν δυσφόρησα ποτέ στο όποιο είδος φαγητού μου προσφερόταν. Ιδού μια τρανή απόδειξη ότι "το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο".